γυαλοθώραξ

γυαλοθώραξ
γῠᾰλοθώραξ, ᾱκος, ,
A cuirass composed of front- and back-piece, Paus.10.26.2.

Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • γυαλοθώραξ — γυαλοθώρᾱξ , γυαλοθώραξ cuirass composed of front and back piece nom/voc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • θώρακας — Κοιλότητα του σώματος που ορίζεται εξωτερικά από τη βάση του τραχήλου προς τα πάνω και από το πλευρικό τόξο προς τα κάτω. Το σχήμα του θ., αν και είναι κυλινδρικό σε γενικές γραμμές, παρουσιάζει μεγάλη ποικιλία από άτομο σε άτομο, ανάλογα με τον… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”